senpaga
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίρρημα
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | senpaga | senpagaj |
αιτιατική | senpagan | senpagajn |
senpaga (eo)
- που δεν πληρώνεται, δωρεάν