servilité
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
servilité | servilités |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]servilité (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
servilité | servilités |
servilité (fr) θηλυκό