Μετάβαση στο περιεχόμενο

shocking

Από Βικιλεξικό

Επίθετο

[επεξεργασία]
παραθετικά
θετικός shocking
συγκριτικός more shocking
υπερθετικός most shocking

shocking (en)

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

shocking (en)