should've
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Συγχώνευση
[επεξεργασία]- (θα) έπρεπε να είχα κάνει κάτι
- ⮡ You should've told me earlier.
- Έπρεπε να μου το είχες πει νωρίτερα.
- ⮡ You should've told me earlier.