singerie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
από το singe (=πίθηκος)
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
singerie (fr)
- πιθηκισμός
- επιδειξιομανία
- (λαϊκότροπο) χαζομάρα