sketado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | sketado | sketadoj |
αιτιατική | sketadon | sketadojn |
sketado (eo)
- το πατινάζ
- arta sketado - καλλιτεχνικό πατινάζ