Μετάβαση στο περιεχόμενο

skoro

Από Βικιλεξικό

Πολωνικά (pl)

[επεξεργασία]

Σύνδεσμος

[επεξεργασία]

skoro (pl)



Σλοβακικά (sk)

[επεξεργασία]

Επίρρημα

[επεξεργασία]

skoro (sk)

  1. σύντομα
  2. νωρίς
  3. σχεδόν
  • skoro - στην Slovníkový portál Jazykovedného ústavu Ľ. Štúra SAV [Πύλη λεξικών του Ιδρύματος Γλωσσολογίας Λ. Στουρ, Σλοβακική Ακαδημία Επιστημών] (στα σλοβακικά), https://slovnik.juls.savba.sk, 2003–2025