Μετάβαση στο περιεχόμενο

slogan

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
slogan slogans

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

slogan (en)

  • το σύνθημα
    παράδειγμα  ”Change” was the new party’s slogan.
    «Αλλαγή» ήταν το σύνθημα του νέου κόμματος.




Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

slogan (fr) αρσενικό