smashup

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

smashup (en)

  1. ξαφνική βλάβη ή αστοχία
  2. σύγκρουση αυτοκινήτου με άλλο όχημα ή ακίνητο αντικείμενο, τρακάρισμα