socialiste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /sɔ.sja.list/
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
socialiste | socialistes |
socialiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
socialiste | socialistes |
socialiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο σοσιαλιστής, η σοσιαλίστρια