soin
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Βασκικά (eu) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
soin (eu)
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
soin | soins |
soin (fr) αρσενικό