solarium
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /soːˈlaː.ri.um/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
solarium ουδέτερο
- ηλιακό ρολόι
- λιακωτό
- Neque multo post rumore caedis exterritus prorepsit ad solarium proximum interque praetenta foribus vela se abdidit. (Σουητώνιος, Vita divi Claudi 10)