solicitous
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- solicitous < solicit
Επίθετο
[επεξεργασία]solicitous (en)
- που ανησυχεί, προβληματίζεται για κάτι
- που επιδιώκει να πετύχει κάτι