soliton

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δεκαετία του 1960: soliton < solitary + -on

Προφορά[επεξεργασία]

/ˈsɒlɪtɒn/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

soliton (en)

  • (μαθηματικά), (φυσική) στα μαθηματικά και την φυσική, το μονόνιο (soliton) είναι ένα αυτοενισχυόμενο μονήρες κυματοπακέτο (κυματοσύνολο, κυματοομάδα) το οποίο διατηρεί το σχήμα του καθώς διαδίδεται με σταθερή ταχύτητα


Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • soliton στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Μεταφράσεις[επεξεργασία]