spectaculaire
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
spectaculaire | spectaculaires |
Επίθετο
[επεξεργασία]spectaculaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
spectaculaire | spectaculaires |
spectaculaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό