speculum
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά
(la)
[
επεξεργασία
]
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
speculum
(la)
καθρέφτης
Κατηγορίες
:
Λατινική γλώσσα
Ουσιαστικά (λατινικά)
Αντίστροφο λεξικό (λατινικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
Беларуская
English
Esperanto
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Galego
Magyar
Íslenska
日本語
Kurdî
Latina
ລາວ
Lietuvių
മലയാളം
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Polski
Română
Русский
Svenska
தமிழ்
తెలుగు
Türkçe
Tiếng Việt
中文