spioni

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
spioni < spion- + -i
ρήμα spioni
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας spionas spionanta spionata
αόριστος spionis spioninta spionita
μέλλοντας spionos spiononta spionota
υποθετική spionus - -
προστακτική spionu - -

spioni (eo)



Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

spioni (io)