splendid

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

splendid < λατινική splendidus < splendeo < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *splnd-eh₁- ‎(εκδηλώνομαι, φανερώνομαι)

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈsplɛndɪd/

Επίθετο[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός splendid
συγκριτικός more splendid
υπερθετικός most splendid

splendid (en)

  1. λαμπρός, μεγαλοπρεπής
    a splendid reception - μεγαλοπρεπής δεξίωση
  2. έξοχος, θαυμάσιος

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Επιφώνημα[επεξεργασία]

splendid!

Πηγές[επεξεργασία]