starboard
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
starboard | starboards |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- starboard < μέση αγγλική sterbord, stere-bourd, stere-burd < αγγλοσαξονική stēorbord < προέλευσης από την δυτική πρωτογερμανική *steurubord. Αντιστοιχεί σημασιολογικά σε steer + board (= η πλευρά του πλοίου όπου βρίσκεται το πηδάλιο, όπου γίνεται η πηδαλιούχηση).[1]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
starboard
- (ναυτικός όρος, αεροπορικός όρος) η δεξιά πλευρά ενός πλοίου, αλλά και αεροσκάφους
Εκφράσεις[επεξεργασία]
[επεξεργασία]
- ↑ Πρόκειται για αναφορά στα αρχαία πλοία που είχαν ένα είδος κουπιού για τιμόνι, τοποθετημένο στη δεξιά πλευρά του σκάφους, ώστε να βολεύονται στους χειρισμούς τους οι δεξιόχειρες τιμονιέρηδες. Τα πλοία έπρεπε να ελλιμενίζονται με την αριστερή τους πλευρά στην προβλήτα του λιμανιού, καθόσον το κουπί-τιμόνι στα δεξιά ήταν εμπόδιο. Έτσι, η αριστερή πλευρά του πλοίου καθιερώθηκε να λέγεται port side, η «πλευρά του λιμανιού», και η δεξιά starboard, «η πλευρά του τιμονιού».
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη δυτική πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ναυτικοί όροι (αγγλικά)
- Αεροπορικοί όροι (αγγλικά)