start menu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
start menu start menus
Start menu σε κάποιες από τις εκδόσεις του Linux

Ετυμολογία [επεξεργασία]

start menu < → δείτε τις λέξεις start και menu

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

start menu (en)

  • (πληροφορική, GUI) κεντρικό μενού σε κάποια λειτουργικά συστήματα από όπου ενεργοποιούνται εφαρμογές και εργασίες
    ※  The Windows key quickly brings up the start menu, which is the most common procedure on a Windows computer
    Το Windows key εμφανίζει γρήγορα το μενού έναρξης, που είναι η πιο συνηθισμένη διαδικασία σε υπολογιστή με Windows (Απόδοση: το Βικιλεξικό.)

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • start menu στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια