statutaire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

statutaire < statut

Επίθετο[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
statutaire statutaires

statutaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]