steeple
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
steeple (en)
- πυργοειδής κατασκευή με αιχμηρή απόληξη που αποτελεί μέρος ενός ναού
- πυργίσκος με οβελίσκο