supersensualism
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]supersensualism (en) (μόνο ενικός)
υπεραισθητισμός, υπεραισθητικαλισμός, υπεραισθησία:
- η υπεραισθησιοκρατία, η υπεραισθησιαρχία, υπερβολικός αισθητισμός/αισθητικαλισμός/sensualism, υπερβολική έμφαση στην αξία των αισθήσεων
- (βίωμα ως) αίσθηση πέραν των ανθρώπινων/φυσιολογικών αισθήσεων
- θρησκεία, μαγεία, μυθοπλασία κι επίσης πίστη και βιώματα γύρω από αυτές τις έννοιες