suranné
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | suranné | surannés |
θηλυκό | surannée | surannées |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]suranné (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | suranné | surannés |
θηλυκό | surannée | surannées |
suranné (fr)