surfait

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

surfait < surfaire

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό surfait surfaits
θηλυκό surfaite surfaites

surfait (fr)

Ομώνυμα / Ομόηχα[επεξεργασία]