syndicalisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
syndicalisme syndicalismes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

syndicalisme (fr) αρσενικό