szach

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

szach < περσική شاه

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ʃax/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

szach (pl) αρσενικό

  1. σαχ (η απειλή του βασιλιά στο σκάκι)
  2. τίτλος Πέρση Μονάρχη, σάχης

Συγγενικά[επεξεργασία]