sześć
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
sześć (pl)
- ο αριθμός έξι
- w teleturnieju udział brało sześć kobiet - στον τηλεμαραθώνιο πήραν μέρος έξι γυναίκες
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- συντάσσεται με γενική