sześcian
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
sześcian (pl) < sześć + ściana
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
sześcian (pl) αρσενικό
- (κοινά) ο κύβος:
- (γεωμετρία) γεωμετρικό σχήμα με έξι ίσες πλευρές
- (μαθηματικά) η τρίτη δύναμη ενός αριθμού