szybkość

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈʃɨpkɔɕʨ̑/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

szybkość (pl) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]
  • για το διανυσματικό φυσικό μέγεθος δείτε τη λέξη: prędkość