téléspectatrice

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
téléspectatrice téléspectatrices

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

téléspectatrice (fr) θηλυκό