tırnak
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τουρκικά (tr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tırnak (tr)
- το νύχι
- το καθένα από τα εισαγωγικά (σημείο στίξεως)