tactisme

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
tactisme tactismes

Ετυμολογία [επεξεργασία]

tactisme < αρχαία ελληνική τακτός • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

tactisme (fr) αρσενικό

Σύνθετα[επεξεργασία]