take a dump
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
take a dump (en)
- (λαϊκότροπο) αφοδεύω, χέζω
- (λαϊκότροπο, μεταφορικά) χέσε μας, παράτα μας, άφησέ με ήσυχο, μη με ενοχλείς, μην ασχολείσαι μαζί μου (take a dump on my ...)