tartelette

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

tartelette < υποκοριστικό του tarte

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
tartelette tartelettes

tartelette (fr) θηλυκό