tartreux
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tartreux | tartreux |
θηλυκό | tartreuse | tartreuses |
Επίθετο
[επεξεργασία]tartreux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tartreux | tartreux |
θηλυκό | tartreuse | tartreuses |
tartreux (fr)