tchat

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
tchat tchats

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tchat (fr) αρσενικό

  • φωνητική γραφή του chat
    και tchate

Συνώνυμα

[επεξεργασία]