tectonic
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]tectonic (en)
- (κατασκευές) δομικός
- (γεωλογία) τεκτονικός
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]tectonic (ro)
tectonic (en)
tectonic (ro)