tel
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | tel | tels |
θηλυκό | telle | telles |
tel (fr)
Παλαιά γαλλικά (fro)[επεξεργασία]
Σύντμηση[επεξεργασία]
tel
Ταταρικά (tt) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
tel (tt)
- το αισθητήριο όργανο της γλώσσας
Τουρκικά (tr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό 1[επεξεργασία]
tel (tr)
Ουσιαστικό 2[επεξεργασία]
tel (tr)