tendinite
Πήδηση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tendinite | tendinites |
tendinite (fr) θηλυκό
- (ιατρική) η τενοντίτιδα