tenue
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
tenue | tenues |
tenue (fr) θηλυκό
Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]
tenue (fr)