thriller

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
thriller < thrill + -er

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

thriller (en)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
thriller < (άμεσο δάνειο) αγγλική thriller

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
thriller thrillers

thriller (fr) αρσενικό