Μετάβαση στο περιεχόμενο

thunderstorm

Από Βικιλεξικό
      ενικός         πληθυντικός  
thunderstorm thunderstorms

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
thunderstorm < thunder + storm

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

thunderstorm (en)