thus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]thus (en) (χωρίς παραθετικά) (επίσημο, λογοτεχνικό)
- έτσι, με αυτόν τον τρόπο
- (συνδετικό) οπότε, λοιπόν, έτσι
- ↪ We don’t have money; thus, we will no go on vacation this year.
- Δεν έχουμε λεφτά· λοιπόν, δεν θα πάμε διακοπές φέτος.
- ↪ It is possible he will not come to the appointment, thus what happens then?
- Είναι πιθανόν να μην έρθει στο ραντεβού, οπότε τι γίνεται τότε;
- ↪ He told me to go and thus I went.
- Μου είπε να πάω, κι έτσι πήγα.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη therefore
- ↪ We don’t have money; thus, we will no go on vacation this year.
Πηγές
[επεξεργασία]- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 340-341, 510. ISBN 9780194325684., λήμμα: έτσι, λοιπόν