tourment
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
tourment | tourments |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]tourment (fr) αρσενικό
- το βάσανο, η ταλαιπωρία, το μαρτύριο
ενικός | πληθυντικός |
tourment | tourments |
tourment (fr) αρσενικό