toxicomane
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
toxicomane | toxicomanes |
toxicomane (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- ο τοξικομανής, ο ναρκομανής
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
toxicomane | toxicomanes |
toxicomane (fr) αρσενικό ή θηλυκό