trafic
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
trafic | trafics |
trafic (fr) αρσενικό
- τοπαράνομο εμπόριο, η καπηλεία
- η κίνηση, η κυκλοφορία