transatlantique
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /tʁɑ̃.sat.lɑ̃.tik/
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
transatlantique | transatlantiques |
transatlantique (fr) αρσενικό ή θηλυκό