transposition
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
transposition (en)
- (μαθηματικά) η αντιμετάθεση
- υπερώνυμο: permutation (μετάθεση)
- (μουσική) η τονική μεταφορά, η συνολική τονική μελωδική μετατόπιση χωρίς διατάραξη των διαστημάτων μέσα στη σύνθεση
- υπερώνυμο: modulation (μετατροπία)