travailliste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
travailliste | travaillistes |
Επίθετο[επεξεργασία]
travailliste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Παράγωγα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη travail